Άπλαστα πόσα αγάλματα προσμένουν
στα σπλάχνα του βουνού το λυτρωτή
που κάτω απ ‘ τη σφυριά του τη ζεστή
μ’ άϋλο ρυθμό θ ‘ αρχίσουν ν ‘ ανασαίνουν
Βουβοί σε θεία συμπλέγματα, εκεί μένουν
του μυαλού και της τέχνης εκλεκτοί
Στις φλέβες του μαρμάρου πάω τ ‘αυτί
κι ακούω τις κρύες τους σκέψεις να διαβαίνουν
Έτσι στης γης τα αφώτιστα κελλάρια
χρόνια κλειστές οι μοίρες του χαλκού
δέψααν να βγουν στη λάμψη του γλαυκού
να πλάσουν του καλαί τα παλικάρια.
Όγκος μαρμάρου, όγκος χαλκού και η γλώσσα
και τρόπαια εντός της άπλαστα τόσα
