Ότινος δεν πέμπει ο θιος παιδί
του πέμπει ο διάολος ανίψα
Να ‘ρθει θέλει κ’ ένας καιρός να τραγουδήξει η ψείρα
να κιλαδήσει η κόνιδα ωσάν την ποταμίδα(*)
Ώστε να κατεβεί τ ‘ αφεντικού το κέφι
θα σκάσει ο φτωχός
Κεφαλή που κλίνει
σπαθί δεν την κόβει
Όπου πάει το κουζουλού τ ‘ αμάτι
πάει του γνωστικού η χέρα
Απού τρώει κούβους(**)
χέζει μπέννες
Το κριάς δεν εφοβήθηκε, παρά το φαφούτη
Ήκαμεν η μύγια κώλο
κι’ ήχεζε τον κόσμον όλο
Ο θεός να σε φυλάσσει από καινούργιο πραματευτή
κι από παλιά πουτάνα
Απού τα καλά δουλεμένα παίρνει ο διάολος τα μισά
κι απού τα κακά τα παίρνει όλα και το νοικοκύρη
(*)ωδικό πουλί, μάλλον αηδόνι
(**)γαλοπούλα, αρσενική
