Μεσημέρι, κοντεύει 12, επίσκεψη στον ΛΥΧΝΟΣΤΑΤΗ, το Μουσείο της ΠΕΤΡΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΑΣ. Πριν πολλά χρόνια είχαμε ξεναγηθεί από τον δημιουργό του, διακεκριμένο οφθαλμίατρο κ. Γιώργο Μαρκάκη, αλλά παρά τις πολλές ευκαιρίες δεν ξαναβρεθήκαμε στους φιλόξενους και σημαντικούς χώρους του. Φταίει βέβαια η απόσταση αλλά πιο πολύ ευθύνεται η ραθυμία και η ευκολία της αποφυγής απασχολήσεων που δεν ταιριάζουν απολύτως με την θεωρούμενη ευχάριστη κάλυψη του ελεύθερου χρόνου μας. Όταν πλησιάζαμε το Λιμάνι της Χερσονήσου, ολιγομελείς συνήθως, οικογενειακές συντροφιές, προτιμούσαμε (επιλέγαμε ) ταβερνεία λαϊκά βέβαια (δεν υπάρχουν κι αλλά).

Ο «Λυχνοστάτης» ξεχάστηκε σιγά σιγά τοποθετήθηκε στις τουριστικές λεγόμενες επιχειρήσεις και απομακρυνθήκαμε οριστικά. Η επιστροφή οφείλεται στην επίσκεψη στον νέο Μαρκάκη, τον Γιάννη για ανεξάρτητους με το Μουσείο λόγους. Ο νεαρός σπουδαστής της Νομικής (που ξέραμε) ώριμος άνδρας σήμερα, είναι ο υπεύθυνος του Μουσείου και μας υποδέχθηκε εγκάρδια και μας καθοδήγησε για την επίσκεψη,που γίνεται με εύκολο σύγχρονο και αποτελεσματικό τρόπο (χαρτες και audio-guide).(1) Οι ευχάριστες εκπλήξεις ήταν πολλές. Τα κτίρια είχαν όλα ολοκληρωθεί, οι ελεύθεροι χώροι διαμορφωθεί και εξοπλισθεί (επιπλωθεί). Οι συλλογές είχαν πολλαπλασιασθεί και συμπληρωθεί ένα γνωστό μουσείο ανοίγονταν στην περίεργεια μας διαφορετικό απ´ότι ξέραμε. Σαν να είχε ολοκληρωθεί ένα πλήρες σχέδιο, από έναν πολυσύνθετο νου, που διέθετε γνώσεις εκτεταμένες σε πολλούς τομείς αλλά και μεγάλη αισθητική καλλίεργεια και εικαστικές δυνατότητες.

Ο σεβαστος γιατρός που γνώριζα καλά ( Γιώργος Μαρκάκης) που ήξερα ότι είχε ευρεία παιδεία και λογοτεχνικές ικανότητες, επιχείρησε μιαν πάρα παλύ εκτεταμένη εργασία , οργάνωσε σχεδίασε, κατασκεύασε , εξόπλισε ένα σύγχρονο μουσείο και συγκεντρωσε τον άπειρο πλούτο (ας μην μετράμε με τον χρυσό και τον άργυρο) των πολυποίκιλων συλλογών του. Ενώ οι συγκέντρωση υλικών κάθε είδους είναι μάλλον συνήθης, η παρουσίασή τους απαιτούσε σ´αυτήν την περίπτωση, αρχιτεκτονική μιας κλίμακας (που πλησιάζει την πολεοδομία) και δυσκολεύει επαγγελματίες με προσόντα και πείρα. Πως τα κατάφερε λοιπόν εκλεκτός γιατρός; Το ευγενικό όραμα η σύστηματική εργασία το μεράκι, οι γνώσεις και το ταλέντο, ίσως είναι το πολύπτυχο που απαιτείται για την επιτυχία ενός εκτεταμένου και απαιτητικού προγράμματος.

Ο γνωστός επιστήμων, όταν εκτίμησε ότι ολοκλήρωσε τη σοβαρή και υπερυπεύθυνη δουλειά του, μετά τα βιβλία και τα γραπτά του ελεύθερου χρόνου του-αφιερώθηκε σ΄ένα μεγαλόπνοο σχέδιο – όραμα, που που χρόνια πολλά, ψηφίδα – ψηφίδα διαμορφωνόταν (και κατέτρωγε ίσως) το μυαλό του. Τα λαογραφικά ή σχετικά με τη ζωή στην ύπαιθρο μουσεία, φυτρώνουν χωρίς καμιά πρόβλεψη ή προγραμματισμό σε κάθε οικισμό της χώρας. Μικρά και χωρίς πόρους, λειτουργούν περιστασιακά και τα πιο αξιόλογα από αυτά, στηριζόμενα στην ευαισθησία και τον πατριωτισμό των ιδρυτών τους. Ο ΛΥΧΝΟΣΤΑΤΗΣ δεν έχει καμιά σχέση μ´αυτά. Είναι ένα ανοικτό (ολοχρονίς) μουσείο, καλά οργανωμένο, που θα το ζήλευαν πολλά ανάλογα της χώρας μας – που η δημοσιουπαλληλική νοοτροπία (και γραφειοκρατία) κλείνει συλλογές και χώρους,χωρίς να νοιάζεται για τις πνευματικές (και οικονομικές) επιπτώσεις. Θα έπρεπε να κάνουμε πλήρη περιγραφή μιας διαδρομής στον ΛΥΧΝΟΣΤΑΤΗ, μα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την επίσκεψη, που συνιστούμε θερμά και ανεπιφύλακτα. Οι παρατηρήσεις είναι γενικές και σχετίζονται με ότι μένει συνήθως, μετά από πνευματικά ή καλλιτεχνικά θέαματα που παρακολουθούμε. Η πέτρα και η μαντινάδα, χαρακτηρίζουν το μουσείο και εύστοχα το παρατήρησε, ο σοφός δάσκαλος (Μ.Παρλαμάς). H πέτρα (με την προσθήκη ελάχιστου κονίαματος) δημιουργεί σχεδόν τα πάντα στο μουσείο, τοίχους, δάπεδα, δρόμους, πλατείες, αντικείμενα κλπ.

Η μαντινάδα περιγράφει εκθέματα αλλά και τρόπους κατασκευών, εργασίας και ζωής. ´Οταν δεν περιγράφει απηχεί τα αισθηματά μας (αντιδράσεις) σ´ότι βλέπουμε, αγγίζουμε , ακούμε, μυριζόμαστε. Το περιβάλλον φυσικό και τεχνητό ,με το σύνολο σχεδόν των όντων που το κατοικούν, του πρόσφατου παρελθόντος μας, (και των δραστηριοτήτων) εικονογραφείται στις εκθέσεις του ΛΥΧΝΟΣΤΑΤΗ . Κοντολογίς, το μουσείο που δημιούργησε ο Γιώργος Μαρκάκης και διευθύνει σήμερα ο Γιάννης Μαρκάκης (προσέφερε πολλά στον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας) είναι ένα συνολικό, ολοκληρωμένο δημιούργημα, που προήλθε από τον στοχασμό και το όνειρο.
Ο γιατρός το παρέδωσε στην επόμενη γενιά (με το γιο του) αφού το ολοκλήρωσε στις βασικές του γραμμές. Αν και η σημερινή μορφή και λειτουργία, σχετίζεται μετον Γιάννη Μ., το κείμενο αυτό είναι αφιερωμένο στο δημιουργό της εγκατάστασης αυτής τον γνωστό οφθαλμίατρο. Είναι βέβαια το παρελθόν που φέρνει τον γιατρό και τον ποιητή Αναγνωστάκη σε εκδηλώση στο Ηράκλειο, τότε με σεμνότητα ο πρώτος παρουσίασε τον δεύτερο και δεν ήξερα τις καλλιτεχνικές του ιδιότητες. Είναι που αργήσαμε να καταλάβουμε τι ήταν το εγχείρημα του ΛΥΧΝΟΣΤΑΤΗ ,μείναμε αδιάφοροι στην πρώτη επίσκεψη μας

