Η ΣΥΛΛΑ – ΤΟ ΣΚΥΛΑΚΙ ΜΑΣ (1996) ΤΡΑΓΟΥΔΙ
Αφιέρωση: στους ζωόφιλους φίλους μας
Η Σύλλα το σκυλάκι μας
το μπίκι μπίκι μπάκι μας – το μπίκι μπίκι μπό μας
Τυλίγει ξετυλίγεται – κουβάρι που δεν λύνεται
και κόμπος στο λαιμό μας

Σύλλα το σκυλάκι μας δεν είναι κι από ράτσα
σ΄έναν κουβά το βρήκαμε των σκουπιδιών – στην πιάτσα
Κουτάβι το πετάξανε στον κάδο κάποιο βράδυ
μα στο μικρό καντήλι της δεν έλειπε το λάδι
Η Σύλλα το σκυλάκι μας κουβάρι μπερδεμένο
ασπρόμαυρο περίεργο και τρισχαριτωμένο
Τα μάτια της δεν φαίνονται τ΄αυτιά της φτάνουν χάμω
και βρέχει την παλάμη μου τη μύτη σαν της πιάνω
Είναι καλή κι ευγενική κανέναν δεν πειράζει
γαυγίζει μόνο σαν κανείς τηνε στραβοκοιτάζει
Αν την χαϊδέψεις μια φορά να σε φιλήσει ξέρει
κι αν θα της δώσεις μια μπουκιά σου γλείφει και το χέρι
Η Σύλλα σ΄έναν από τους αγαπημένους της τόπους, Αγ. Νικόλαος Σεπ. 2009
Πολλοί δεν χαραμίζουνε το λίγο που θα φάει
αφού λένε δεν κυνηγά το κτήμα δεν φυλάει
Μα είναι κι αυτή όπως και μεις της φύσης κομματάκι
και ζει με λίγα ψίχουλα κανένα κοκαλάκι
Δεν τηνε νοιάζει το φαϊ παιγνίδι μόνο θέλει
κι αγάπη τρυφερότητα σαν το μικρό κοπέλι
Γνωρίζει μόνο ν αγαπά να δίνει μόνο ξέρει
κανείς δεν ένοιωσε ποτέ τα δόντια της στο χέρι
Και τα παιδιά την αγαπούν μαζί της παίζουν τρέχουν
τον κόσμο του συμφέροντος ακόμα δεν κατέχουν
Ω Θέ μου Εσύ που τα΄ πλασες τα ζωντανά στη φύση
προστάτευε τη Σύλλα μας χρόνια πολλά να ζήσει
Κι όταν γεράσει κάποτε πάρτη ψηλά κοντά Σου
κι επίτρεψε της που και που ,να βγαίνει στην ποδιά Σου
Χωρίς κανένα γάβγισμα για να μην μας ξυπνήσει ετράβηξε για τα βουνά στη μακρινή τη δύση
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
Χειμώνας του 2009
Η Σύλλα το σκυλάκι μας
το μπίκι μπίκι μπάκι μας – το μπίκι μπίκι μπό μας
Τυλίγει ξετυλίγεται – κουβάρι που δεν λύνεται
και κόμπος στο λαιμό μας
Χωρίς αποχαιρετισμούς έφυγε κάποιο βράδυ
δίχως να δώσει ένα φιλί χωρίς να πάρει χάδι
Χωρίς κανένα γάβγισμα – για να μην ενοχλήσει
ετράβηξε για τα βουνά στη μακρινή τη δύση
Κι όπως επρόβαλε ψηλά το στρογγυλό φεγγάρι
σα να ΄τρεχε χαρούμενη κόκκαλο για να πάρει
Κι εχάθηκε στον ουρανό ψυχούλα αγαπημένη
και την καρδιά μας ράγισε ήταν σφικτά δεμένη
με τον καθένα μας – χωρίς να δείχνει προτιμήσεις
έδινε τρυφερότητα χωρίς να το ζητήσεις
Ω Θέ μου ανάπαψέ τηνε εκεί ψηλα κοντά σου
και επίτρεψε της κάποτε να βγαίνει στην ποδιά σου