Καββαδίας Νίκος, τα τελευταία ταξίδια στην Κρήτη-Ο Τάκης Γιγουρτσής

 

Scan

 

 

Πρωτομαγιά 2015 , ο ΑΛΚΜΑΝ γυρίζει τις σελίδες του πέντε χρόνια πίσω για να θυμηθεί τους παλιούς φίλους …Στις δύσκολες συνθήκες νοιώθουμε καλύτερα έτσι.

Γιατί αυτοί που μας λείπουν, είναι έξω από τις σημερινές συνθήκες, ποσφέρουν ανάσες και κουράγιο, πάντα έτσι ήταν –  σαν να λένε, καταραμένες αναλογίες υ-

πάρχουν σε όλους τους καιρούς…

 

 

 

Το τελευταίο αφιέρωμα της «Λέξης», ενδιαφέροντα νλεα κείμενα, αλλά πολλές γνωστές επαναλήψεις

Το τελευταίο αφιέρωμα της «Λέξης», ενδιαφέροντα νέα κείμενα, αλλά και πολλές γνωστές επαναλήψεις»
_________________________________________________

Όταν το καλοκαίρι του 1974, δεν είχε προχωρήσει πολύ, κάποιο Σάββατο του Ιουνίου, η υποδοχή του ποιητή ήταν πιο μαζική. Κι άλλοι φίλοι είχαν προστεθεί, όλοι ήθελαν να γνωρίσουν τον Μαραμπού, να δουν από κοντά έναν «ζωντανό» μύθο της λογοτεχνίας. Κεντρικό πρόσωπο εκείνη την φορά, ήταν ένα φίλος που ξεχώριζε στην συντροφια μας, γιατί είχε δυο ιδιότητες άγνωστες στο περιβάλλον μας, ήταν πλούσιος (ή πολύ εύπορος, ο μόνος τότε) αλλα και συλλέκτης ( και λάτρης της ζωγραφικής). Όμως πέραν αυτών, ο Τάκης Γιγουρτσής, ήταν μποέμ, μεγάλος πότης καί εξαίρετος καλοφαγάς και ανέλαβε να κάνει το πρόγραμμα σ΄εκείνο το ταξίδι του Καββαδία . Διάλεξε ένα λαϊκό κουτούκι, πολύ γνωστό , του «Βαρδαβά», ενός παλιού διακεκριμένου Εστιάτορα, που η «πρόοδος» (έφερε την αύξηση των ενοικίων) τον είχε απομακρύνει από τους Κεντρικούς δρόμους της παλιάς πόλης, στα στενοσόκακα.

Τάκης Γιγουρτσης, επιτυχημένος έμπορος και φανατικός φιλότεχνος 1974

Κάθε φορά κάτι καινούριο βρισκόταν, σε ποτά ή μεζέδες ή ιστορίες και περιστατικά. Τότε κεντρικό ζήτημα ,ηταν η Θεανώ- ένα αγνωστο μας πρόσωπο που είχε λες βγει από ένα ανατολίτικο παραμύθι, απασχολούσε τον ποιητή, που έμοιαζε ερωτευμένος μαθητής. Δεν ήταν δυνατόν ακόμα να πιστέψουμε ότι υπήρχε πραγματικά, μπορούσε να΄ναι μόνο στην φαντασία του Καββαδία, μια ακόμα ποιητική ιστορία του. Ο Τάκης Γιγουρτσής, πολύ πιο έμπειρος και ηλικιακά μεγαλύτερος απ όλους μας, βρέθηκε πιο «κοντά»στον Κόλια. Τους συνέδεσε η αγάπη για τα καλά ποτά κι η ζωγραφική. Απέκτησαν πιο μεγάλη οικειότητα και σιγομιλούσαν πολλές στιγμές χωρίς να καλοακούμε. Δεν ήθελε κανείς να κρύψει τίποτα, μα είχε ανάγκη ο Μαραμπού να μιλήσει πιο προσωπικά και μετά θα τα συζητούσαμε όλοι. Ο καθένας είχε την γνώμη του, «ως μη ώφειλε»βέβαια, για την επισημοποίηση ή όχι του δεσμού του Μαραμπού, με την χαμένη στην αχλη της φανασίας μας νεράϊδα του. Οι αντιρρήσεις της σοβαρής αγαπημένης του αδελφής, δεν έπιαναν, δεν επηρέαζαν, την τότε νεανική μας στάση, όλοι προέτρεπαν το ερωτευμένο ποιητή, να προχωρήσει σε»νομιμοποίηση» πλην ενός, του Τάκη Γ. Αυτός καταλάβαινε καλύτερα τα επιχείρηματα και τους φόβους του, μην γελοιοποιηθεί (χρησιμοποιούσε φράσεις της πιάτσας). Μετά όμως από 5 χρόνια ο δάσκαλος που δίδασκε δεν κράτησε το νόμο, ο Γιγουρτσης ήρθε σε δεύτερο γάμο με την Μαρία, που την περνούσε , όσο περίπου και ο Καββαδίας τη Θεανώ. Ο ταβερνιάρης ήταν περιποιητικός, το γκαρσόνι, ο νεαρός γιος του μας έφερνε εκλεκτούς μεζέδες, ο Καββαδίας καλοδιάθετος, μιλούσε για ιστορίες της θάλασσας έκανε απαγγελίες άγνωστων σ εμάς ποιητών, η φωνή του αναδείκνυε εικόνες και στίχους, παρά το ότι έτρωγε τις άκρες των συμφώνων, και δυσκολευόταν στις συλλαβές.
Οι πολύωρες συνευρέσεις κατέληγαν πεζή στην Πλατεία Δασκαλογιάννη, για να ταχυδρομήσει το τακτικό του γράμμα στο κοριτσάκι του.

Εξώφυλλο του καταλόγου της έκθεσης, που επιμελήθηκε ο ζωγράφος Λ.Τσιριγκούλης-στα εκγαίνια τραγουδησε ο Ψαραντώνης

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:

Ο Τ.Γιγουρτσής, κοσμοπολίτης και γευσιγνώστης όπως ίσως κι ποιητής, θα ακολουθήσει μια ανοδική επαγγελματική πορεία, θα πλησιάσει τον μεγάλο πλούτο και την Αθήνα (μόνο εκεί μπορεί να επιτευχθεί) αλλα δεν θα συνεχίσει, η αγάπη του για τη ζωγραφική, οι επιδόσεις του που ήταν άγνωστες και στους στενούς φίλους του, θα παρουσιασθούν σε γκαλερί του Κολωνακίου στα 1980, από τον ζωγράφο Λεωνίδα Τσιριγκούλη, και θα παραξενέψουν πολλούς επαγγελματίες ζωγράφους.

Tάκης Γιγουρτσής Λεωνίδας Τσιριγκούλης 3.9.1982/σε εποχή ανόδου και οι δυο, θα συνεργασθούν για τη διοργάνωση της έκθεσης στο Κολωνάκι.

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Καββαδίας Νίκος, τα τελευταία ταξίδια στην Κρήτη-Ο Τάκης Γιγουρτσής”

  1. Ο Γιάννης Γιγουρτσής σχολίασε στο face Book, τον ευχαριστούμε:
    Είμαστε τελικά νομίζω αυτό που μένει από μας στους δικούς΄μας ανθρώπους. Η αίσθηση και η ζωντανή ανάμνηση της παρουσίας μας όπως αποτυπώνεται στα παιδιά μας, στους συγγενείς μας και στους φίλους μας- πιο πολύ ίσως στους φίλους μας, αυτούς που μας αγάπησαν και τους αγαπήσαμε από επιλογή..Αυτοί κρατούν την μνήμη ζωντανή όταν πια έχουμε φύγει από το προσκήνιο, και έτσι δημιουργείται η συνέχεια
    Για τον Νίκο Καββαδία άκουσα για πρώτη φορά, μικρός πολύ, από τον Τάκη Γιγουρτσή, που ήταν φίλος του. Ιστορίες γοητευτικές για τον ερωτικό ταξιδευτή ποιητή, που ο Γιγουρτσής, όπως άλλωστε και ο Καββαδίας, ήξερε να τις αφηγείται καλά, σαν παραμύθια. Από την ίδιο άνθρωπο άκουσα και έμαθα και για πολλούς άλλους, που πέρασαν από την ζωή του ως φίλοι, ως σύντροφοι, ως δάσκαλοι- δηλαδή ως άνθρωποι δικοί του. Προσωπικότητες που τον χάραξαν και τον επηρέασαν, άσημοι ή διάσημοι, αδιάφορο εν προκειμένω,κυρίως προσωπικά σημαντικοί. Ο καθένας μας άλλωστε επιλεγεί ο ίδιος τον συμπαντικό-σημαντικό κόσμο γύρω του. Επιλογές άλλοτε συνειδητές άλλοτε τυχαίες αλλά πάντως μοιραίες που μας καθορίζουν. Θέλω να γράψω κάποτε για αυτά που θυμάμαι από αφηγήσεις του Τάκη Γιγουρτσή, καθώς υπάρχουν πολλά που αξίζει να καταγραφούν, καθώς επηρέασαν-μοιραία- και το δικό μου σύμπαν..
    Προς το παρόν όμως στο κείμενο που ακολουθεί μιλά ένας δικός του καλός φίλος, ένας πολύ δικός του άνθρωπος, όπως περίτρανα αποδείχθηκε κυρίως αφού πια ο ίδιος είχε φύγει, ο Βασίλης Ζεβελάκης. Ο Βασίλης καταγράφει την δική του μνήμη από την παρουσία στην ζωή του αυτών των δύο αξιόλογων ανθρώπων που ήξεραν να δημιουργούν τέχνη και να ζουν την ζωή με τον δικό τους απόλυτο όσο και μοναχικό τρόπο. Ίσως αυτή η ιδιαίτερη σχέση με την ζωή και την τέχνη να τους έφερε κοντά και να τους έκανε φίλους, τον ποιητή του Μαραμπού, τον Νίκο Καββαδία και τον Τάκη Γιγουρτσή, τον πατέρα μου.Ο Βασίλης Ζεβελάκης πάντως ενώνει το στίγμα της μνήμης τους σε ένα υπέροχο κείμενο, σκαλίζοντας και προκαλώντας και τις δικές μου μνήμες, στίγματα στο μυαλό και στην καρδιά μου που αναζητούν καταγραφή, δηλαδή αποκάλυψη, και άρα την δικαίωσή τους.
    Τον ευχαριστώ πολύ για αυτή τη σημαντική αφορμή.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s