ΜΑΝΟΛΗΣ ΡΟΥΣΑΚΗΣ – ΑΝΤΙΟ ΦΙΛΕ
Οι καθημερινές ειδήσεις επιμένουν να μας βομβαρδίζουν κάθε μέρα, χωρίς έλεος. Κλείνουμε τους δέκτες , σφραγίζουμε τα ραδιόφωνα, αποφεύγουμε τις εφημερίδες. Όμως η κατάσταση δεν αλλάζει, μαζεύονται πληροφορίες ανοίγουν προσωπικοί φάκελοι, με απροσδόκητες ειδήσεις.

Το τηλέφωνο κι αυτή τη φορά έδειχνε Αθήνα, η Σούλα Ρουσάκη μας θύμησε τον πρόωρα χαμένο φίλο μας τον Μανόλη Ρουσάκη, μα πέρασαν δυο η τρία χρόνια ;
Κάποιες ώρες οι αναμνήσεις μας κατακλύζουν , ο υπολογιστής είναι το αληθινό “Βιβλίο της άμμου”, του Μπόρχες, οι εικόνες κι οι περιγραφές γυρίζουν, δεν τελειώνουν ποτέ
…
Στη δεκαετία του 50, Γυμνάσιο οκτατάξιο (που ήταν 6 ταξιο) τρεις μεγάλοι ( της όγδοης η της έβδομης)συζητούν πολύ σοβαρά, για τη μόδα, πως θα πρέπει να ναι ένα σακάκι- κοντόσελο τότε, χωρίς σκισίματα. σοβαρολογούν, η εφηβική τους δίαθεση κρατάει κοντύλι και γράφει, σημειώνει- κόβει πατρόν. Ο ένας είναι ο Μανόλης, ο άλλος ο Μάνος ο τρίτος ο Γιώργος, μελαχρινοί κι οι τρεις, καλοφτιαγμένοι, όμορφοι. ξεχωρίζει ο πρώτος, έχει μια γλύκα στο βλέμμα και μια πονηριά χαριτωμένη, μα ειναι τόσο αθώα. Σοβαρό το θέμα τους συλλογιζόμουν

Αθήνα, δεκαετία του 60, οδός Αρματολών και Κλεφτών, Πανεπιστήμια και μποέμικη ζωή, σε φτωχικά δωμάτια. Ο Μανόλης μένει στην κ. ΑΘΗΝΑ μια Λευκοροσ´ίδα με πιάνο και νοικιαζόμενα δωμάτια, εμείς κοντά σενα ημιυπόγειο, του κ. Κ…., συγκάτοικος μας ο Φρεντ, ένας Αμερικανός λιποτάκτης του Βιετνάμ ( το μάθαμε πολλά χρόνια μετά)…
Πως συνέβη άγνωστο μα ο Φρεντ ταίριαξε με τον Μανόλη Ρ., η φιλία τους έμεινε ως το τέλος. Στα χαρακτηριστικά του η αμεσότητα η ευαισθησία, η αφοσίωση. Τότε είχα πολλές επιφυλάξεις, τον ζήλευα και λίγο, για την άνεση και την απήχηση που είχε.

Στη οδό Γενναδίου 1963… Σύλλογος Κρητών και οι μεγάλες κινητοποίησεις, Δημοκρατία …Ειρήνη προίκα στην Παιδεία 15% και 114… Η παρέα μας θα γίνει στενή, συνεκτική και θα περάσει χωρίς πολλή σκέψη στην Αριστερά, η κοινωνική ευαισθησία δεν μας άφησε κανένα περιθώριο.
Ο Μανόλης συγκινήθηκε όπως όλοι, θα ενταχθεί και θα μείνει αμετακίνητος,ως το τέλος – όταν ερκετοί είχαν αλλάξει κι άλλοι έψαχναν τρόπους αναθεωρήσεων, «τα δικά του όρια είχαν ακλόνητα περιφράγματα».

Λίγο αργότερα η Δικτατορία θα ανακατέψει τα πάντα και θα φέρει τα πάνω κάτω.
Η δική μας μεγάλη συντροφιά των Κρητικών, κράτησε δημοκρατική στάση , αν και λίγοι βρέθηκαν στις φυλακές και τις εξορίες, όλοι ο καθένας με τον τρόπο του έλεγε οχι στην χούντα, κανένας δεν συνεργάστηκε. Οι σπουδές ουδετεροποιήθηκαν , σε πρώτη φάση , όταν ολα τα’ σκιαζε η φοβέρα …

ο Μανόλης Ρ. κι ο Νίκος Β. Βρέθηκαν στο Ηράκλειο, ασκώντας τα( ιατρικά)επαγγέλματά τους, με ευαισθησία και αξιοπρέπεια. Βοηθούσαν όπου υπήρχε ανάγκη, κι ο κόσμος τους εκτιμούσε και τους αγαπούσε.
…

Η διάσπαση του 1968, μας δίχασε μα όχι πολυ βαθειά , προερχόμαστε όλοι σχεδόν από Κεντρώες οικογένειες, ίσως γιατί δεν υπήρχαν συγγένειες και συναισθηματικές αντιδράσεις. Ούτε ήταν τόσο εκτεταμένα τα τρομερά τραύματα του Εμφυλίου.
Δεν ομοφωνούσαμε αλλά τα βρίσκαμε, δεν χάλασαν φιλίες και συγγενικές σχέσεις. Η εποχή των αισθημάτων δεν θ´ αργήσει , οι αριστερές παρέες ήταν ανδροκρατούμενες και δεν ευνοούσαν τις ετερόφυλες σχέσεις. Ο μονος <δεσμευμένος >ηταν ο Μανόλης Ρ . Απο χρόνια πολλά( 1960) μα ήταν άγνωστη η σχέση του, και τον ζήλευα ολοι όταν του έδειχναν προτίμηση όμορφες κοπέλες.
…
´Ομως η δικτατορία περιόρισε τις πολυάνθρωπης συναθροίσεις, την ανοικτή κοινωνική και πολιτική δράση , η ημιπαράνομη ζωη μας ´εγινε πιο εσωστρεφής, ενώ η ηλικία μας μας έσπρωχνε σε δρόμους συναιςθηματικους που αποφεύγαμε χρόνια.
Το ζεύγος Ρουσάκη, Μανολης -Σουλα, βγήκε στο φως , σαν απο σελίδες παραμυθιού(λουλούδι έμοιαζε των Αστερουσίων), ο γάμος τους έγινε στα 1970- στη μέση της χουντικής περιόδου- και σε δυο τρια χρόνια έρωτες και γάμοι (σαν επιδημία ειπε ο πανέξυπνος ηλικιωμένος φίλος μας Νίκος Π.)μεταδόθηκαν στους πάντες.
Η μεταπολίτευση, που δεν περιμέναμε, έδωσε ευκαιρίες απασχόλησης, πρωτόγνωρης ελευθερίας.
Στο Ηράκλειο πριν για λίγο, στο αγροτικό του ο Μανόλης Ρ., θα δουλέψει στο Ατσαλένιο , προσφέροντας όσο μπορούσε, στους ταλαιπωρημένους.

Ήμουν φοιτητής ακόμα, με βοηθούσε όσο μπορούσε και οικονομικά, δάνεια μικρά και( βέβαια ) αγύριστα.
Η Μεταπολίτευση θα τον μονιμοποιήσει στην ΑΘΗΝΑ , αν και ήταν από τους λίγους φανατικούς Ηρακλειώτες, μα δεν θα ξεχάσει ποτέ την γενέθλια πόλη του. Εξ άλλου ζούσε στο Ηράκλειο η αγαπημένη του μάνα και η αδερφή του.
Το επάγγελματά του, η ειδίκευση του καρδιολόγος ( &παθολόγος) θα τον φέρει σε επαφή με σημαντικούς καλλιτέχνες, η αγάπη για την ζωγραφική θα φανεί γρήγορα, δεν έγινε συλλέκτης αλλά πιο πολύ αξιόλογος φίλος αλλά εκτιμητικής της δύσκολης σύγχρονη αυτής τέχνης.

Μελετημένος, διανοούμενος γιατρός, εξαιρετικός στη δουλειά του, εκτιμήθηκε από όσους ήρθαν σε επαφή μαζί του, από ασθενείς του και μη.
Το χιούμορ δεν του έλειψε ούτε στις δυσκολίες που δε ήταν λίγες, η σταθερότητα στις ιδέες του στις αρχές του και η προσήλωση στους φίλους του τον χαρακτήριζαν .
Η κοινωνικότητα, η ανοικτή του διάθεση, η εξυπνάδα και οι γνώσεις του , ακόμα κι όταν την περίοριζαν συνθήκες προβληματικές, τον τοποθετούσαν στο κέντρο της σημαντικής παρέας, των Κρητικών της Αθήνας.
Μα ποτέ δεν εγκατέλειψε και του Ηρακλειώτες φίλους του, η καρδιά του κτυπούσε στην παλιά μας Πόλη, τα νεανικά χρόνια και οι τρελές της εφηβείας – ίσως είχαν αφήσει σημάδια στίγματα, που δεν σβήνουν.

Το καταλάβαινα τις αμέτρητες φορές που συναντηθήκαμε εδώ, στα στενά και τις πλατείες του Ηρακλείου, στα ταβερνεία και τα μπαρ. Δεν χρειαζόταν να το πει, αν και το άφηνε να εννοηθεί πολλες φορές, ήταν τόσο έκδηλη η δίαθεσή του,εδώ ηταν η πόλη του, η γειτονιά του, η δική του περιοχή , ο τόπος του.
…
Μας λείπει απελπιστικά και θα τον περιμένουμε να φανεί, εδώ καμιά απομάκρυνση δεν είναι οριστική , κανένα τέλος μόνιμο .
Του άρεσαν στίχοι…
«Στη μνήμη φυτρώνουν δέντρα
με φωλιές περιστεριών
τρέχουν ποτάμια
μ΄ασημένια βότσαλα»
Θα του λέγαμε, ξέρει πώς παίζουμε στην παράταση κι αν φτάσουμε στα πέναλτυ, τίποτα δεν θα αλλάξει…

Από μακριά ακούστηκε τραγούδι:
«Αυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναδείς
θα τους γνωρίσουν όλοι
άλλον θα λένε Κωνσταντή κι άλλον Μανόλη…»
Μαρς…βήματα, κάποια συνθήματα δυνάμωναν: «Ψωμί Παιδεία Ελευθερία…»
Είχα χαθεί φαίνεται τελείως στο παρελθόν, έπρεπε να ξεξυπνήσω και να τον αποχαιρετήσω…
Αντίο Φίλε, καλή(ν) αντάμωση