
Τελείως τυχαία, στην αίθουσα της οδού Ανδρόγεω – ευτυχής ευκαιρία – στην παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου της Ρέας Γαλανάκη. Φανατικοί αναγνώστες των κειμένων της από το πρώτο που δημοσιεύθηκε στο υπερβραχύβιο περιοδικό ΕΝΑ (που μάταια το αναζητάει η μνήμη) μέχρι το τελευταίο που καλύπτεται από τον τίτλο «από τη ζωή στη λογοτεχνία» και συνδέεται με εμπειρίες (και σκέψεις) βιογραφικού χαρακτήρα και ευρύτερης σημασίας. Η Ρέα με τα «Οστά» και το «Κέικ» και τα ομόκεντρα διηγήματα…
Είναι από πρόσωπα που κάποτε συνδέθηκαν με αδιευκρίνιστο τρόπο μαζί μας και υπάρχουν πάντα, αν και δεν δημιούργησαν ισχυρούς συνδέσμους, πολύ προσωπικές προσκολλήσεις ή εξαρτήσεις που δεν αίρονται. Οι συναντήσεις -όταν σπάνια γίνονται-είναι βιαστικές, οι εντυπώσεις φευγαλέες, τα αισθήματα σε ένα ζυγό που τείνει να ισορροπεί χωρίς ταλαντώσεις.
Η πόλη μας (για την οποία είπε ότι την επισκέπτεται λίγο και συχνά) την καμαρώνει κι ας μην την πολυκαταλαβαίνει, η θέση που έχει στην ελληνική λογοτεχνία είναι διακεκριμένη κι αναντίρρητη και η εκλογή της στο Δήμο της Αθήνας απέδειξε την ακτινοβολία και την απήχησή της στο ευρύτατο κοινό.

Στην εκδήλωση μίλησαν εκτός από την συγγραφέα και δυο γνωστές στους φιλότεχνους κυρίες, η Λένα Τζεδάκη (φιλόλογος) και η Νίκη Τρουλλινού (γνωστή από τα διηγήματά της) και ήταν και οι τρεις υπέροχες κατά τη διαπίστωση (εκτίμηση) ακροατή που μετέσχε στη συζήτηση που ακολούθησε. Ο φακός μας απα(ο)θανάτισε τις ομιλήτριες και ακολουθώντας την μνήμη, περιέγραψε χωρίς λεπτομέρειες και σαφή περιγράμματα. Γύρισε πίσω σε «αποσπάσματα ζωής» σε εξομολογητικές αναδρομές»(1) σαν να μπήκε και στην «κουζίνα»(2) της Ρέας για να δοκιμάσει τους τρόπους και τα καρικεύματα της.

Ο απόηχος όμως της πολιτικής της εμπλοκής, μας έφερνε συλλογισμούς και αναλογίες και αίσθήσεις τελείως ασύμβατες με τη λογοτεχνική της δράση (δημιουργια),πολύ πιο κοντά (παράδοξο μα συνέβη) στις προσωπικές σχέσεις. Γι αυτό ίσως η συνάντηση (κατά συνήθεια στιγμιαία) είχε κάτι διαφορετικό, σαν να άλλαζε το πρόσωπο (της) που είχε δοκιμάσει ο χρόνος, τη συμβατική εικόνα σχεδίαζαν και τη χρωματιζαν οι φάσεις ζωής (η καθιέρωση-πολιτική επιτυχία) κι οι αλλοι χώροι (Πάτρα- Αθήνα). Ήταν ίσως και πιο οικεία και άμεση κι ας συμπυκνωνόταν σε ελάχιστα δευτερόλεπτα.
Ίσως γινόταν συγκινητική (σαν νεραϊδα του παραμυθιού) για έναν απειροελάχιστο χρόνο, με νεανικές(ασημένιες)ανταύγειες στα κόκκινα μαλλιά κι ας ήταν κουρασμένα τα μάτια της και αμφίβολο το χαμόγελο και πικρή μια γωνιά στα χείλη. Η συγγραφέας με την ποιητικη γραφή και τον αποστασιοποιημένο λόγο, άνοιγε τα πιο ακραία πάθη που η τέχνη της με απόλυτη επιτυχία παράλλαζε, η ελάχιστη (απροσδιόριστη) επαφή αποκτούσε διαστάσεις αιωνιότητας.

Ξανασκεφτόμουν τα έργα της, τα ποιήματα και τον Φερίκ Πασά και τα σκοτεινά και αμφίβολα «βαθιά νερά». Τι να μ’ άρεσε πιο πολύ; Δεν ξέρω, μα αναρωτιόμουν , ποιο από όλα να την πλησίαζε περισσότερο;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1)Από την αφίσα της εκδήλωσης ( 7.12.2011)
(2)Από την ομιλία της κ. Τρουλλινού-Κουκουνάκη και τίτλο του ΒΗΜΑΤΟΣ (11.12.2011)